Λέων ΤρότσκιΑνάμεσα στους Κόκκινους και τους ΛευκούςΜαρξισμός και εθνικό ζήτημαΠροηγούμενο: Η Γεωργία και ο Βράγγελ Επόμενο: Η Γεωργιανή Γιρόνδη σαν πολιτικός τύπος |
Ενώ εφοδίαζε τον Βράγγελ με άντρες και πολεμικό υλικό το 1920, η Γεωργία ήταν ταυτόχρονα κέντρο συνωμοσιών των διαφόρων Ρώσων, και κυρίως Καυκάσιων, λευκοφρουρών. Λειτουργούσε σα μεσάζων ανάμεσα στον Πετλούρα, την Ουκρανία, το Κουμπάν, το Νταγκεστάν, και τις αντεπαναστατικές ορεινές φυλές. Μετά την ήττα τους, όλοι αυτοί βρήκαν καταφύγιο στη μενσεβίκικη Γεωργία και εγκατέστησαν εκεί τα αρχηγεία τους για να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους. Από τη Γεωργία κατεύθυναν τα αντεπαναστατικά αποσπάσματα στο έδαφος της ρώσικης σοβιετικής δημοκρατίας από τους ακόλουθους δρόμους: 1)Σουχούμι-Κάλε-Μαρούχ και μετά στις πηγές του Κουμπάν και του Λάμπα. 2) Σουχούμι-Κάλε-Γάγγρι-Άντλερ-Κράσναγια Πολιάνα, Άισχα, πηγές του Λάμπα και 3) Κουτάις-Ονι-Νάλτσικ.
Δρούσαν με κάποια μυστικότητα, αλλά μόνο όσο χρειαζόταν για να διατηρούν κάποια διπλωματική ευπρέπεια, ενώ όλες τους οι κινήσεις γινόντουσαν εν γνώσει του γεωργιανού Ειδικού Αποσπάσματος. "Η παρουσία μου στη Γεωργία", έγραφε ένας λευκοφρουρός υπολοχαγός στο Ειδικό Απόσπασμα στις 12 Νοεμβρίου 1920, "δε θα δημιουργήσει οποιουδήποτε είδους δυσκολίες με τη σοβιετική αντιπροσωπεία, καθώς η δουλειά μου θα συνεχιστεί με ακόμη μεγαλύτερη μυστικότητα. Αν χρειάζονται εγγυητές για την αξιοπιστία μου, μπορώ να υποδείξω επαρκή αριθμό επιφανών Γεωργιανών." Το έγγραφο αυτό βρέθηκε μεταξύ άλλων στα μενσεβίκικα αρχεία από την επιτροπή που διόρισε η Κομουνιστική Διεθνής. Οι μυστικές οργανώσεις των λευκοφρουρών συνδεόντουσαν στενά με τις αποστολές της Αντάντ, και ειδικότερα με τα τμήματα πληροφοριών τους. Αν ο Χέντερσον έχει την παραμικρή αμφιβολία σ' αυτό το ζήτημα, μπορεί να βρει επαρκείς πληροφορίες στα αρχεία της βρετανικής υπηρεσίας πληροφοριών. Ειλικρινά ελπίζουμε ότι η φήμη που έχει για τον πατριωτισμό του θα κάνει όλες τις πόρτες ν' ανοίξουν μπροστά του σ' αυτό το άγιο των αγίων.
Εκείνη την εποχή, το Μπατούμι ήταν το σημαντικότερο κέντρο για τις δολοπλοκίες και τις συνομωσίες της Αντάντ και των υποτελών της. Τον Ιούλιο του 1920, η Μεγάλη Βρετανία παρέδωσε το Μπατούμι στη μενσεβίκικη Γεωργία, η οποία αμέσως βρέθηκε υποχρεωμένη να βρει το δρόμο προς τις καρδιές του πληθυσμού της Ατζαρίας με τη βοήθεια πυροβολικού. Εγκαταλείποντας το Μπατούμι αφού πρώτα κατέστρεψαν τις ναυτικές οχυρώσεις του, η βρετανική διοίκηση απέδειξε την απόλυτη εμπιστοσύνη της στην καλή θέληση της Γεωργίας προς τον Βράγγελ.
Η πανωλεθρία του στρατού του Βράγγελ άλλαξε ραγδαία την κατάσταση, γιατί οι στρατηγοί και οι διπλωμάτες της Αντάντ γνώριζαν πολύ καλά την πραγματική φύση των σχέσεων ανάμεσα στη Γεωργία, τον Βράγγελ και τη Σοβιετική Δημοκρατία για να έχουν την οποιαδήποτε αμφιβολία σε σχέση με την απελπιστική κατάσταση στην οποία βρισκόντουσαν οι Γεωργιανοί μενσεβίκοι από τη στιγμή που βγήκε απ' τη μέση ο Βράγγελ. Μπορεί επίσης κανείς να το θεωρήσει δεδομένο ότι οι ίδιοι οι Γεωργιανοί δεν παρέμειναν σιωπηλοί αλλά ζητούσαν "εγγυήσεις". Οι κυβερνώντες βρετανικοί κύκλοι έθεσαν το ζήτημα της επανάληψης της κατοχής του Μπατούμι, με το κάλυμμα της "ενοικίασης", του "ελεύθερου λιμανιού", ή κάποιας τέτοιας ετικέτας, απ' τις οποίες οι διπλωμάτες έχουν τόσες, όσα αντικλείδια έχουν και οι διαρρήκτες. Ο τύπος της Γεωργίας ανέφερε την κατοχή με φανερή ικανοποίηση, αντί να δείχνει ανήσυχος. Ήταν αυτονόητο ότι εξεταζόταν η δημιουργία ενός καινούριου μετώπου εναντίον μας, γι' αυτό και δηλώσαμε ότι θα θεωρούσαμε την κατοχή του Μπατούμι από τους Βρετανούς σαν πολεμική ενέργεια.
Εκείνη περίπου την εποχή η μοίρα της ανεξάρτητης Γεωργίας άρχισε να ξυπνά το ενδιαφέρον της αναγνωρισμένης προστάτιδας των αδυνάτων, της Γαλλίας του Μιλλεράν. Κατά την άφιξή του, ο "Ανώτατος Επίτροπος της Υπερκαυκασίας", κ. Αμπέλ Σεβαλιέ, βιάστηκε να στείλει το ακόλουθο μήνυμα μέσω του γεωργιανού τηλεγραφικού πρακτορείου: "Οι Γάλλοι τρέφουν αδελφική στοργή για τη Γεωργία, και χαίρομαι ιδιαίτερα που μπορώ να το δηλώσω ευρέως. Τα συμφέροντα της Γαλλίας ταυτίζονται απολύτως με της Γεωργίας...". Τα συμφέροντα της Γαλλίας που είχαν περικυκλώσει τη Ρωσία με έναν αποκλεισμό πείνας και είχαν αμολήσει μια σειρά τσαρικούς στρατηγούς εναντίον της, "ταυτιζόντουσαν απόλυτα" με αυτά της δημοκρατικής Γεωργίας. Είναι αλήθεια ότι μετά από μερικούς λυρικούς και μάλλον ανόητους λόγους για την ένθερμη αγάπη των Γάλλων προς τους Γεωργιανούς, ο κ. Σεβαλιέ, όπως άρμοζε σε έναν εκπρόσωπο της Τρίτης Δημοκρατίας, εξήγησε ότι "όλα τα κράτη αυτή τη στιγμή έχουν μεγάλη ανάγκη από πρώτες ύλες και βιομηχανικά προϊόντα, και η Γεωργία είναι ένας σημαντικός και φυσικός δρόμος ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση." Μ' άλλα λόγια, η έλξη που ασκούσαν οι Γεωργιανοί προς τους συναισθηματικούς φίλους του κ. Μιλλεράν οφειλόταν όχι τόσο στην αγάπη όσο στη μυρωδιά του πετρελαίου του Μπακού.
Σχεδόν κατά πόδα ακολούθησε τον Σεβαλιέ ο Γάλλος ναύαρχος Ντυμενίλ. Οι δηλώσεις ένθερμης αγάπης αυτού του θαλασσινού προς τους συμπατριώτες του Ζορντάνια δεν υστερούσαν σε τίποτα σε σχέση με αυτές του στεριανού διπλωμάτη. Την ίδια στιγμή ο ναύαρχος δήλωσε ότι καθώς η Γαλλία δεν ενεθάρρυνε την "αρπαγή της ιδιοκτησίας άλλων" (ποιος θα το φανταζόταν;), αυτός, ο Ντυμενίλ, όντας στο έδαφος της ανεξάρτητης Γεωργίας, δε θα επέτρεπε στη σοβιετική κυβέρνηση να αρπάξει τα Ρώσικα πλοία που βρισκόντουσαν τότε στο λιμάνι της "ανεξάρτητης" Γεωργίας και που προοριζόντουσαν για τον Βράγγελ ή τους διαδόχους του. Περίεργα μονοπάτια ακολουθεί πράγματι μερικές φορές η δικαιοσύνη!
Η συνεργασία των εκπροσώπων της γαλλικής δημοκρατίας με τους Γεωργιανούς δημοκράτες πήρε μεγάλες διαστάσεις. Η γαλλική τορπιλάκατος Σακιάρ πυρπόλησε και έκαψε το ρωσικό Ζεϊνάμπ. Η γαλλική υπηρεσία πληροφοριών, σε συνεργασία με τους πράκτορες του γεωργιανού Ειδικού Αποσπάσματος, επιτέθηκαν στο σοβιετικό διπλωματικό αντιπρόσωπο και τον λήστεψαν. Οι γαλλικές τορπιλάκατοι κάλυψαν την απομάκρυνση προς την Κωνσταντινούπολη του ρώσικου ατμόπλοιου Πρίντσιπ, που ήταν σταθμευμένο σε λιμάνι της Γεωργίας. Η οργάνωση εξεγέρσεων στα γειτονικά εδάφη της Σοβιετικής Δημοκρατίας εντάθηκε ακόμη περισσότερο. Η ποσότητα όπλων που μεταφερόντουσαν εκεί από τη Γεωργία αυξήθηκε αισθητά. Ο αποκλεισμός πείνας της Αρμενίας, που εν τω μεταξύ είχε γίνει σοβιετική δημοκρατία συνεχίστηκε, αλλά το Μπατούμι δεν τέθηκε υπό κατοχή. Μπορεί ο Λόϋντ Τζώρτζ να είχε εγκαταλείψει την ιδέα ενός καινούριου μετώπου, ή μπορεί η ένθερμη αγάπη των Γάλλων για τη Γεωργία να απέτρεπε τους Βρετανούς από το να εκφράσουν παρόμοια συναισθήματα. Η δήλωσή μας για το Μπατούμι δεν έμεινε χωρίς αποτέλεσμα. Έχοντας την τελευταία στιγμή πληρώσει τη Γεωργία, για όλες τις υπηρεσίες που είχε παράσχει, με μια de jure αναγνώριση, η Αντάντ αποφάσισε να μη χτίσει τίποτα στο καταδικασμένο θεμέλιο της μενσεβίκικης Γεωργίας.
Μετά τον αδιάκοπο αγώνα που είχαν διεξαγάγει εναντίον μας οι Γεωργιανοί μενσεβίκοι, δεν είχαν καμία αμφιβολία, ακόμη και την άνοιξη του 1920, ότι έχοντας νικήσει τον Ντενίκιν, οι δυνάμεις μας θα επέλαυναν στην Τυφλίδα και το Μπατούμι και θα πέταγαν τη μενσεβίκικη δημοκρατία στη θάλασσα. Εμείς από τη μεριά μας, μη περιμένοντας σπουδαία επαναστατικά αποτελέσματα από τη σοβιετική επανάσταση στη Γεωργία, είμαστε διατεθειμένοι να ανεχτούμε στο πλάι μας τη μενσεβίκικη "δημοκρατία", υπό τον όρο ότι θα σχημάτιζε ένα ενιαίο μέτωπο ενάντια στη ρώσικη αντεπανάσταση και τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό.
Αλλά αυτό ακριβώς το πνεύμα συνεργασίας, που υπαγορευόταν από πολιτική σκοπιμότητα, το εξέλαβαν στην Τυφλίδα σα σημάδι αδυναμίας μας. Οι φίλοι μας στην Τυφλίδα μας έγραφαν ότι από την αρχή οι ηγέτες των μενσεβίκων αρνούνταν πεισματικά να καταλάβουν τα κίνητρα της φιλειρηνικής συμπεριφοράς μας. Αντιλαμβάνονταν βέβαια πολύ καλά ότι μπορούσαμε να καταλάβουμε τη Γεωργία χωρίς καν να δώσουμε μάχη. Γρήγορα εφηύραν τη φανταστική εξήγηση ότι η Μεγάλη Βρετανία επέμενε στις ειρηνικές μας σχέσεις με τη Γεωργία, σαν προϋπόθεση για οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις μαζί μας. Όπως και να 'χει, η αρχική τους νευρικότητα μετατράπηκε σε θράσος και οι προκλητικές ενέργειες ακολουθούσαν η μία την άλλη με γρήγορο ρυθμό. Κατά την περίοδο της στρατιωτικής μας αποτυχίας στο Πολωνικό μέτωπο και των δυσκολιών μας με τον Βράγγελ, η Γεωργία προσχώρησε ανοιχτά στις γραμμές των εχθρών μας. Αυτή η αξιοθρήνητη μικροαστική δημοκρατία, που δεν είχε κανενός είδους πλατιά πολιτική και επαναστατική προοπτική - τη μια μέρα υποκλινόταν στους Χοενζόλλερν, την άλλη ήταν έτοιμη να πέσει στα τέσσερα μπροστά στον Ουίλσον - υποστήριζε τον Βράγγελ αλλά ήταν έτοιμη να τον εγκαταλείψει όταν τη βόλευε - ερχόταν σε συμφωνία με τη Σοβιετική Ρωσία με την ελπίδα να την εξαπατήσει - αυτή η άνανδρη "μενσεβίκικη δημοκρατία" κατάφερε να μπλεχτεί σε μια απελπιστική κατάσταση και σφράγισε μόνη της τη μοίρα της.
Όπως είπαμε ήδη, δε θεωρούσαμε τη διάλυση με στρατιωτικά μέσα της Γεωργίας πολιτικά επιθυμητή, παρ' ότι μια τέτοια πράξη θα ήταν απόλυτα δικαιολογημένη. Καταλαβαίναμε βέβαια ότι οι μενσεβίκοι πολιτικοί θα ξεσήκωναν γενική κατακραυγή σε όλες τις γλώσσες του δημοκρατικού πολιτισμού αν τους πατούσαμε τον κάλο. Γιατί βέβαια δεν ήταν απλοί εργάτες από το Ροστώφ, το Νοβοτσερκάσκ ή το Εκατερινοντάρ, τους οποίους οι ακόλουθοι του Ντενίκιν βοηθούμενοι από τη φιλική ουδετερότητα και την πρακτική συνεργασία των Γεωργιανών μενσεβίκων δολοφονούσαν κατά εκατοντάδες και χιλιάδες και οι οποίοι έπεφταν αδιαμαρτύρητα και χωρίς να ακουστούν στην Ευρώπη. Δεν ήταν προφανές από την αρχή, ότι οι Γεωργιανοί μενσεβίκοι πολιτικοί, όντας όλοι διανοούμενοι, πρώην φοιτητές διαφόρων ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, και φιλόξενοι οικοδεσπότες του Ρενοντέλ, του Βαντερβέλντε και του Κάουτσκυ, δε μπορούσαν παρά να ραγίσουν τις καρδιές όλων των οργάνων της σοσιαλδημοκρατίας, του φιλελευθερισμού και της αντίδρασης; Δεν ήταν τελείως σαφές ότι όλοι οι πολιτικοί που είχαν ατιμαστεί υποστηρίζοντας την ιμπεριαλιστική σφαγή, όλοι οι φθαρμένοι αποστάτες του επίσημου σοσιαλισμού, θα απαντούσαν στα παράπονα των πληγωμένων Γεωργιανών αδελφών τους με οργισμένα γρυλίσματα, με σκοπό να δείξουν πόσο ήταν έτοιμοι να ακούσουν τη φωνή της δικαιοσύνης και να αποδείξουν την αφοσίωσή τους στα ιδανικά της δημοκρατίας, ιδιαίτερα αφού μπορούσαν να το κάνουν χωρίς κανένα κόστος; Τους γνωρίζαμε πολύ καλά για να μην ξέρουμε ότι δε θα άφηναν να περάσει μια τέτοια υπέροχη ευκαιρία για αποφάσεις, μανιφέστα, δηλώσεις, εκκλήσεις, υπομνήματα, άρθρα και ομιλίες με το πιο αξιοθρήνητο τρέμολο στη φωνή τους. Και μονο γι' αυτό το λόγο, από την επιθυμία να μη δώσουμε την ευκαιρία για μία δημοκρατική υστερία, είμαστε διατεθειμένοι να αφήσουμε τους μενσεβίκους αντεπαναστάτες ηγέτες ήσυχους στο γεωργιανό καταφύγιό τους.
Θα το είχαμε κάνει αυτό ακόμη και αν δεν είχαμε άλλους, πιο σοβαρούς λόγους. Θέλαμε να έρθουμε σε συμφωνία. Προτείναμε στους Γεωργιανούς κοινή δράση ενάντια στον Ντενίκιν αλλά αρνήθηκαν αυτή την πρόταση. Κάναμε μαζί τους μια συμφωνία, που παρενέβαινε στην ανεξαρτησία τους πολύ λιγότερο από το καθεστώς προτεκτοράτου της Αντάντ. Επιμείναμε στην τήρηση της συμφωνίας αυτής, και καταγγείλαμε την εχθρική στάση των Γεωργιανών μενσεβίκων με μια μακριά σειρά διαμαρτυρίες και μηνύματα. Μέσω της πίεσης των γεωργιανών εργαζόμενων μαζών προσπαθήσαμε να εξασφαλίσουμε στη Γεωργία ένα γείτονα που θα μπορούσε να είναι ένας χρήσιμος για μας ενδιάμεσος ανάμεσα στη Σοβιετική Ομοσπονδία και την καπιταλιστική Δύση. Αυτός ήταν ο πολιτικός μας προσανατολισμός σε σχέση με τη Γεωργία. Αλλά ο δρόμος που είχαν πάρει οι μενσεβίκοι ήταν χωρίς επιστροφή. Μελετώντας σήμερα τα έγγραφα που τεκμηριώνουν τις σχέσεις μας με τη μενσεβίκικη κυβέρνηση, πολλές φορές απόρησα με την υπομονή που είχαμε δείξει. Την ίδια στιγμή δε μπορούσα παρά να θαυμάσω τη γιγαντιαία αστική μηχανή παραποιήσεων και ψεύδους, με την οποία η αναπόφευκτη σοβιετική επανάσταση στη Γεωργία εμφανίστηκε σαν απρόκλητη στρατιωτική επίθεση, σαν έφοδος του σοβιετικού λύκου στην αθώα Κοκκινοσκουφίτσα του μενσεβικισμού. Ποιητές του χρηματιστηρίου, λογοτέχνες της διπλωματίας, μυθοπλάστες του μεγάλου τύπου - λακέδες εσείς του αφεντικού!
Με τη διεισδυτικότητα που τον διακρίνει, ο Κάουτσκυ εξέθεσε το διαβολικό μηχανισμό της μπολσεβίκικης επανάστασης στη Γεωργία, κάπως έτσι: Η εξέγερση δεν ξεκίνησε από την Τυφλίδα, όπως θα είχε γίνει αν ήταν έργο των εργαζόμενων μαζών. Έγινε στα σύνορα του κράτους, κοντά στις σοβιετικές δυνάμεις. Αναπτύχθηκε από την περιφέρεια προς το κέντρο. Δεν ήταν αυτό αναμφισβήτητη απόδειξη ότι το μενσεβίκικο καθεστώς έπεσε θύμα στρατιωτικής βίας από το εξωτερικό; Τέτοιοι συλλογισμοί θα τιμούσαν ένα νεαρό ειρηνοδίκη, αλλά δε βοηθούν στην κατανόηση των ιστορικών γεγονότων.
Η σοβιετική επανάσταση στην αρχή επεκτάθηκε από τα κέντρα της Πετρούπολης και της Μόσχας σ' ολόκληρη την πρώην Τσαρική Αυτοκρατορία. Εκείνη την εποχή η επανάσταση δεν είχε στρατό. Οι σκαπανείς της ήταν τα αποσπάσματα των βιαστικά οπλισμένων εργατών που, χωρίς καμία αντίσταση, μπήκαν στις πιο καθυστερημένες επαρχίες και, με τη συμπάθεια και την υποστήριξη των εργαζόμενων μαζών, έχτισαν τη σοβιετική εξουσία. Στα μέρη όπου οι αστοί και οι γαιοκτήμονες είχαν καταλάβει το κέντρο, όπως στο Ντον ή το Κουμπάν, η επανάσταση προχώρησε από την περιφέρεια προς το κέντρο, συχνά με τη συνεργασία αγκιτατόρων και μαχητών από τις πρωτεύουσες.
Όμως η αντεπανάσταση, με βοήθεια από το εξωτερικό, πέτυχε να ξαναπάρει τις πιο καθυστερημένες περιοχές των συνόρων, και οχυρώθηκε εκεί, όπως έγινε στο Ντον και το Κουμπάν, τον Καύκασο, τις περιοχές του Βόλγα, τη Σιβηρία, τη Λευκή Θάλασσα, ακόμη και την Ουκρανία. Ο επαναστατικός και ο αντεπαναστατικός στρατός χτιζόντουσαν ταυτόχρονα. Το ζήτημα των ορίων της σοβιετικής επανάστασης άρχισε να κρίνεται με μάχες και στρατιωτικές επιχειρήσεις. Οι στρατοί δεν εισήχθησαν από το "εξωτερικό", αλλά δημιουργήθηκαν από αυτές τις τάξεις που διεξήγαγαν έναν αγώνα ζωής και θανάτου σε όλο το μήκος και το πλάτος της πρώην Τσαρικής Αυτοκρατορίας. Ο επαναστατικός αγώνας, δηλαδή, άρχισε να παίρνει τη μορφή τακτικών στρατιωτικών εκστρατειών. Είναι αλήθεια ότι η αντεπανάσταση σε μεγάλο βαθμό υποστηριζόταν από στρατιωτικές δυνάμεις από το εξωτερικό. Αλλά αυτό το γεγονός κάνει ακόμη πιο πειστικά τα συμπεράσματά μας. Χωρίς την Πετρούπολη, τη Μόσχα, το Ιβάνοβο-Βοσνετσένσκ, το λεκανοπέδιο του Ντόνετς και τα Ουράλια, δε θα υπήρχε επανάσταση. Η περιοχή του Ντον ποτέ δε θα είχε εγκαθιδρύσει από μόνη της τη σοβιετική εξουσία. Ούτε θα το είχαν κάνει οι αγροτικές περιοχές της επαρχίας της Μόσχας. Αλλά καθώς τα χωριά της Μόσχας, οι κοζάκικοι καταυλισμοί του Κουμπάν και οι στέπες του Βόλγα είχαν ανέκαθεν αποτελέσει ένα κράτος και ένα οικονομικό σύνολο, τραβήχτηκαν μαζί με τις πόλεις στη δίνη της επανάστασης και επικράτησε πάνω τους η επαναστατική ηγεσία των πόλεων και του βιομηχανικού προλεταριάτου. Η εξάπλωση και η νίκη της επανάστασης δεν εξασφαλίστηκε με δημοψηφίσματα σε κάθε ξεχωριστό μέρος της χώρας, αλλά με την αδιαμφισβήτητη ηγεμονία της προλεταριακής πρωτοπορίας σε ολόκληρη τη χώρα. Μερικές από τις μεθοριακές επαρχίες της Δύσης κατάφεραν, με τη βοήθεια ένοπλων δυνάμεων από το εξωτερικό, όχι μόνο να ξεφύγουν προσωρινά από τη δίνη της επανάστασης, αλλά και να διατηρήσουν για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα ένα αστικό καθεστώς. Οι "δημοκρατίες" της Φιλανδίας, της Εσθονίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας, ακόμη και της Πολωνίας, χρωστάνε την ύπαρξή τους στο γεγονός ότι, την κρίσιμη στιγμή της δημιουργίας τους, ξένες στρατιωτικές δυνάμεις βοήθησαν την αστική τάξη και κατέστειλαν το προλεταριάτο. Ακριβώς σ' αυτές τις χώρες που συνορεύουν με την καπιταλιστική Δύση, η αλληλεπίδραση και η συνεργασία των επαναστατικών δυνάμεων εμποδίστηκε από τη σφαγή, τη φυλάκιση και την απέλαση των καλύτερων προλεταριακών στοιχείων από τις στρατιωτικές δυνάμεις που είχαν μεταφερθεί από το εξωτερικό. Με αυτό μόνο τον τρόπο μπόρεσε να εγκαθιδρυθεί σ' αυτές τις χώρες μια προσωρινή ισορροπία της δημοκρατίας σε αστική βάση. Παρεμπιπτόντως, υπάρχει κανένας λόγος που τα ενάρετα μέλη της Δεύτερης Διεθνούς δεν έχουν προβάλλει το ακόλουθο πρόγραμμα: Άμεση αποχώρηση από τη Φιλανδία, την Εσθονία, τη Λετονία κλπ, των αστικών στρατευμάτων που δημιουργήθηκαν με βοήθεια δυνάμεων από το εξωτερικό, απελευθέρωση όλων των συλληφθέντων και επιστροφή όλων των εξόριστων (αφού δεν είναι δυνατόν να αναστηθούν αυτοί που σκοτώθηκαν) και δημοψήφισμα;
Η θέση της Υπερκαυκασίας ήταν διαφορετική, κατά το ότι την χώριζε από το επαναστατικό κέντρο η κοζάκικη Βανδέα. Χωρίς τη Σοβιετική Ρωσία η μικροαστική υπερκαυκασιανή δημοκρατία θα είχε συντριβεί αμέσως από τον Ντενίκιν. Χωρίς τους λευκοφρουρούς στο Ντον και το Κουμπάν, θα είχε αμέσως αφομοιωθεί στη σοβιετική επανάσταση. Ζούσε και θρεφόταν από τον εμφύλιο πόλεμο που μαινόταν στη Ρωσία και από την ξένη στρατιωτική βοήθεια στην ίδια την Υπερκαυκασία. Μόλις ο εμφύλιος έληξε με νίκη της Σοβιετικής Δημοκρατίας, η ανατροπή του μικροαστικού καθεστώτος στην Υπερκαυκασία έγινε αναπόφευκτη.
Ήδη από το Φλεβάρη του 1918, ο Ζορντάνια παραπονιόταν ότι το μπολσεβίκικο πνεύμα είχε καταλάβει τόσο τον αγροτικό πληθυσμό, όσο και αυτόν των πόλεων, ακόμη και τους μενσεβίκους εργάτες. Υπήρχαν συνεχείς αγροτικές εξεγέρσεις στη Γεωργία. Ενώ στη Σοβιετική Ρωσία οι νόμιμες μενσεβίκικες εφημερίδες δεν είχαν ενοχληθεί μέχρι την εξέγερση των Τσεχοσλοβάκων, των σοσιαλεπαναστατών και των μενσεβίκων το Μάη του 1918, στη Γεωργία το Κομουνιστικό Κόμμα είχε ήδη οδηγηθεί στην παρανομία από τις αρχές του Φλεβάρη. Παρά το γεγονός ότι η Σοβιετική Ρωσία ήταν τελείως αποκομμένη, και ότι η συνεχής παρουσία ξένων στρατευμάτων τρομοκρατούσε τους εργάτες της Υπερκαυκασίας, υπήρξαν πολύ περισσότερες κόκκινες εξεγέρσεις στη Γεωργία παρά λευκές εξεγέρσεις σε σοβιετικό έδαφος. Η καταπίεση που ασκούσε η Γεωργιανή κυβέρνηση ήταν πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που ασκούσε η κυβέρνηση της Σοβιετικής Ρωσίας.
Η νίκη μας επί του Ντενίκιν, που ήταν ταυτόχρονα νίκη επί της πανίσχυρης Αντάντ, έκανε τεράστια εντύπωση στις μάζες της Υπερκαυκασίας. Όταν τα σοβιετικά στρατεύματα πλησίαζαν τα σύνορα του Αζερμπαϊτζάν και της Γεωργίας, οι εργαζόμενες μάζες αυτών των δημοκρατιών, που η καρδιά τους δεν είχε πάψει να είναι με τις ρώσικες εργαζόμενες μάζες, αρπάχτηκαν από το κύμα της επανάστασης. Οι διαθέσεις τους μπορούν να συγκριθούν με αυτές των μαζών της ανατολικής Πρωσίας και σε μεγάλο βαθμό ολόκληρης της Γερμανίας, την εποχή που προελαύναμε προς τη Βαρσοβία και η αριστερή πτέρυγα του Κόκκινου Στρατού πλησίαζε τα γερμανικά σύνορα. Στη Γερμανία όμως ήταν μόνο μια παροδική φάση, ενώ η εξαφάνιση των στρατιών του Ντενίκιν μπροστά στα μάτια της Αντάντ ήταν αποφασιστική, και έδωσε στις μάζες του Αζερμπαϊτζάν, της Αρμενίας και της Γεωργίας τη βεβαιότητα ότι η σοβιετική κυβέρνηση στα βόρειά τους είχε πια εγκαθιδρυθεί σταθερά.
Στο Αζερμπαϊτζάν η σοβιετική επανάσταση επήλθε σχεδόν αυτόματα με την προσέγγιση στα σύνορά του των στρατιών μας. Το κυβερνών κόμμα "Μουσαβάτ" των αστών και τον γαιοκτημόνων, δεν είχε τις παραδόσεις και την επιρροή των Γεωργιανών μενσεβίκων. Το Μπακού, που παίζει πολύ μεγαλύτερο ρόλο στο Αζερμπαϊτζάν απ' ότι η Τυφλίδα στη Γεωργία, ήταν από παλιά προπύργιο του μπολσεβικισμού. Οι "μουσαβατιστές" έτρεξαν να ξεφύγουν και παρέδωσαν την εξουσία στα χέρια των μπολσεβίκων χωρίς να δώσουν μάχη. Ο ρόλος που έπαιξαν οι Αρμένιοι "ντασνάκοι" (το αντίστοιχο κόμμα της Αρμενίας) δεν ήταν πιο αξιοπρεπής. Στη Γεωργία τα γεγονότα εξελίχθηκαν με μεγαλύτερη τάξη. Οι καταπιεσμένες μπολσεβίκικες τάσεις άρχισαν να εκδηλώνονται. Το Κομουνιστικό Κόμμα, σαν οργάνωση, μεγάλωσε γρήγορα και ακόμη πιο γρήγορα κέρδισε τη συμπάθεια των εργαζόμενων μαζών. Η εφημερίδα των Γεωργιανών σοσιαλιστών-φεντεραλιστών Σακαστβέλο, στις 7 Δεκεμβρίου 1920, περιείχε την ακόλουθη δήλωση:
"Σήμερα η δύναμη των κομουνιστών στη Γεωργία είναι κάτι τελείως διαφορετικό απ' ότι ήταν πριν μερικούς μόλις μήνες. Τότε δεν υπήρχαν μπολσεβίκοι κοντά στη Γεωργία, και περιτριγυριζόμαστε από ανεξάρτητες εθνικιστικές δημοκρατίες. Η οικονομική μας θέση ήταν πολύ καλύτερη από σήμερα. Σήμερα αντίθετα, η κατάσταση είναι τελείως διαφορετική, και η αλλαγή είναι ολοκληρωτικά προς όφελος των μπολσεβίκων. Στη Γεωργία, οι μπολσεβίκοι έχουν τώρα κομματικές οργανώσεις και σε μερικούς εργατικούς κύκλους, για παράδειγμα στο σωματείο τυπογράφων, έχουν την πλειοψηφία. Γενικά, η δραστηριότητα των μπολσεβίκων παίρνει μεγάλες διαστάσεις. Στο εσωτερικό βλέπουμε την άνοδο της δύναμης των μπολσεβίκων και στο εξωτερικό την απόλυτη κυριαρχία τους. Αυτή είναι σήμερα η κατάσταση στη Γεωργία."
Τέτοια παράπονα μίας εχθρικής προς εμάς εφημερίδας έχουν μεγάλη σημασία γιατί διαψεύδουν κατηγορηματικά τον Κάουτσκυ, ο οποίος διαβεβαίωσε όχι μόνο για την "απόλυτη ελευθερία" των κομουνιστών, αλλά και για την απόλυτη αδυναμία τους, και βασιζόμενος σε αυτά, παρουσίασε τη σοβιετική επανάσταση στη Γεωργία σαν αποτέλεσμα εξωτερικής βίας. Την ίδια στιγμή, η δήλωση της εθνικιστικής εφημερίδας: "Στο εσωτερικό: η άνοδος της δύναμης των μπολσεβίκων, στο εξωτερικό: η απόλυτη κυριαρχία τους", αποτελεί μια καθαρή έκφραση της επερχόμενης σοβιετικής επανάστασης. Η απελπιστική τους θέση οδήγησε τους Γεωργιανούς μενσεβίκους στο δρόμο της ανοιχτής αντίδρασης. Η απότομη και προκλητική άρνηση της κυβέρνησης του Ζορντάνια να συνάψει μέτωπο ενάντια στον Ντενίκιν είχε ήδη κλονίσει τη θέση των μενσεβίκων στις μάζες. Οι συνεχείς παραβιάσεις της συμφωνίας με τη Σοβιετική Ρωσία, στις οποίες φυσικά δίναμε τη μεγαλύτερη δημοσιότητα, είχαν το ίδιο αποτέλεσμα. Καταλαβαίνοντας ότι μετά τη νίκη της σοβιετικής εξουσίας στα υπόλοιπα νοτιο-ανατολικά τμήματα της πρώην Τσαρικής Αυτοκρατορίας η συνέχιση της ανεξάρτητης ύπαρξης της Γεωργίας γινόταν αδύνατη, οι μενσεβίκοι έκαναν απεγνωσμένες προσπάθειες να βοηθήσουν τον Βράγγελ, και να εξασφαλίσουν τη στρατιωτική συνεργασία της Αντάντ. Μάταια! Γιατί η εκστρατεία της Κριμαίας έκρινε όχι μόνο την τύχη του Βράγγελ, αλλά και την τύχη της μενσεβίκικης Γεωργίας.
Ο στρατός μας στον Καύκασο δέχθηκε κάποιες ενισχύσεις το φθινόπωρο του 1920, την εποχή της επιδρομής του Βράγγελ προς το Κουμπάν, και των επίμονων φημών για κατοχή του Μπατούμι. Η συγκέντρωση των δυνάμεών μας είχε καθαρά αμυντικό χαρακτήρα. Η διάλυση του Βράγγελ και η ανακωχή με την Πολωνία οδήγησαν σε αναγέννηση το φιλοσοβιετικό αίσθημα στη Γεωργία. Η παρουσία κόκκινων συνταγμάτων στα σύνορα δεν ήταν παρά μια εγγύηση ενάντια σε ξένη επέμβαση στην περίπτωση σοβιετικής επανάστασης. Οι κόκκινες δυνάμεις δεν ήταν απαραίτητες για την ανατροπή των Γεωργιανών μενσεβίκων αλλά για την αποτροπή μιας εφόδου από τους Βρετανούς, τους Γάλλους ή τον Βράγγελ από την Κωνσταντινούπολη ενάντια στη σοβιετική επανάσταση. Οι ίδιοι οι μενσεβίκοι με τις πραιτωριανές τους εθνοφρουρές και τον εθνικό στρατό που υπήρχε μόνο στη φαντασία τους, αντέταξαν μόνο μια μικρή αντίσταση. Έχοντας ξεκινήσει στα μέσα του Φεβρουαρίου, η σοβιετική επανάσταση μέχρι τα μέσα του Μάρτη είχε ολοκληρωθεί σε ολόκληρη τη χώρα.
Δεν έχουμε την παραμικρή πρόθεση να κρύψουμε ή να ελαχιστοποιήσουμε το ρόλο του σοβιετικού στρατού στη νίκη των σοβιέτ στον Καύκασο. Το Φλεβάρη του 1921, πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στην επανάσταση, παρ' όλο που δεν ήταν τόσο μεγάλες όσο αυτές που είχαν δεχτεί οι μενσεβίκοι στη διάρκεια των τριών ετών από τα τουρκικά, γερμανικά και βρετανικά στρατεύματα, για να μην αναφέρουμε τις Ρώσικες λευκές φρουρές. Το γεγονός ότι η επαναστατική επιτροπή, που διεύθυνε την εξέγερση, ξεκίνησε τις δραστηριότητές της όχι από την Τυφλίδα, το κέντρο της μενσεβίκικης εθνοφρουράς, αλλά από τα σύνορα, με τον Κόκκινο Στρατό στα νώτα της, αποδεικνύει απλά ότι η επαναστατική επιτροπή είχε πολιτική λογική, πράγμα που βέβαια δεν μπορεί να ειπωθεί για τον Κάουτσκυ που, έστω και κατόπιν εορτής, προσπαθεί να υπαγορεύσει στη γεωργιανή επανάσταση μια τελείως διαφορετική στρατηγική. Με όλο τον αρμόζοντα σεβασμό, αρνούμαστε να δεχτούμε αυτά τα μαθήματα. Θέλουμε να διδαχτούμε και να διδάξουμε πώς να νικάμε τους εχθρούς μας, ενώ οι απόστολοι της Δεύτερης Διεθνούς διδάσκουν την τέχνη του να νικιέσαι.
Αυτό που συνέβη ήταν αποτέλεσμα μακρόχρονης προετοιμασίας. Ήταν αυτό που, σύμφωνα με τη λογική των γεγονότων, δε μπορούσε παρά να συμβεί. Η ιστορία των σχέσεων ανάμεσα στη Γεωργία και τη Σοβιετική Ρωσία είναι απλά ένα κεφάλαιο στο βιβλίο του αποκλεισμού της Ρωσίας, των στρατιωτικών επεμβάσεων, του γαλλικού χρυσού, των βρετανικών πλοίων, και των τεσσάρων μετώπων όπου θυσιάστηκαν τα καλύτερα στοιχεία της εργατικής τάξης. Αυτό το κεφάλαιο δε μπορεί να σβηστεί από το βιβλίο. Η Γεωργία που περιγράφεται σήμερα από τους ηττημένους μενσεβίκους διοικητές του εμφύλιου πολέμου δεν υπήρξε ποτέ. Ποτέ δεν υπήρξε είτε δημοκρατική, είτε ειρηνική, είτε ανεξάρτητη, είτε ουδέτερη Γεωργία. Υπήρξε μία Γεωργία, φρούριο στην παν-ρωσική ταξική πάλη. Αυτό το φρούριο σήμερα είναι στα χέρια του νικηφόρου προλεταριάτου.
Και αφού οι μενσεβίκοι ηγέτες της Γεωργίας είχαν βοηθήσει να σφαχτούν, να πεθάνουν από το κρύο και να κρεμαστούν δεκάδες χιλιάδες κόκκινοι στρατιώτες και χιλιάδες κομουνιστές (και να μας καταφέρουν πλήγματα που θα περάσουν χρόνια για να επουλωθούν), αφού είχαμε βγει από τη μάχη νικηφόροι, παρά τις απώλειες μας και τις θυσίες μας, αφού οι Γεωργιανοί εργάτες τους είχαν πετάξει με τις κλωτσιές από το λιμάνι του Μπατούμι, μας ζητάνε να θεωρήσουμε ότι χάσαμε το παιχνίδι, και να ξαναρχίσουμε απ' την αρχή. Η δημοκρατική τους αγνότητα που είχε βιαστεί από Ρώσους, Τούρκους, Πρώσους και Βρετανούς αξιωματικούς, πρόκειται να αποκατασταθεί από τον Μακντόναλντ, τον Κάουτσκυ, την κα Σνόουντεν και άλλους μορφωμένους μαιευτήρες και μαμές της Δεύτερης Διεθνούς. Μετά απ' αυτό, η μενσεβίκικη Γεωργία, το πιο δημοκρατικό, πιο ελεύθερο και πιο ουδέτερο κράτος στον κόσμο, θα αναστηθεί σε όλη του τη δόξα, κάτω από την προστασία του βρετανικού στόλου, με τη βοήθεια επιδοτήσεων από τους Βρετανούς μεγιστάνες του πετρελαίου και τους Ιταλούς εμπόρους μαγγανίου, με την έγκριση των Times, και ακόμη και την ευλογία του νέου Πάπα της Ρώμης.