Λέων ΤρότσκιΑνάμεσα στους Κόκκινους και τους ΛευκούςΜαρξισμός και εθνικό ζήτημαΠροηγούμενο: Αυστηρή ουδετερότητα Επόμενο: Η περίοδος της σύνεσης |
Στην εξωτερική πολιτική η αυστηρότερη ουδετερότητα και στην εσωτερική, φυσικά, η πληρέστερη ελευθερία. Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς; "Οι σχέσεις ανάμεσα στους εργάτες και τους αγρότες στη Γεωργία," λέει ο Κάουτσκυ, "παραμένουν μέχρι σήμερα οι καλύτερες δυνατές" (σελ. 54). Από το Ρήνο μέχρι τον Ειρηνικό λυσσομανάνε αιματηρές ταραχές, ενώ "η Γεωργία είναι η μόνη χώρα που, σαν τη Γερμανία και την Αυστρία, έχει αποφύγει τη βία". Οι κομουνιστές; Μα "ακόμη και με την πιο πλέρια ελευθερία δράσης απέτυχαν να αποκτήσουν την παραμικρή επιρροή" (σελ. 65). Οι σοσιαλδημοκράτες παίρνουν συντριπτική πλειοψηφία σ' όλες τις εκλογές. Πράγματι είναι η μόνη χώρα στο είδος της - από το Ρήνο ως τον Ειρηνικό. Και ακόμη και πέρα από το Ρήνο, δύσκολα θα βρει κανείς μια τέτοια χώρα, εκτός ίσως από το Μαρόκο, όπως το περιγράφουν οι υπέργηροι Γάλλοι ακαδημαϊκοί.
Προς στιγμήν σταματάει κανείς αποσβολωμένος μπροστά σε τέτοια πολιτικά πασαλείμματα, σαν να βλέπει μια κακοτυπωμένη μεταξοτυπία, που το κάθε χρώμα της από μόνο του φαντάζει ψεύτικο, και το σύνολο της είναι τόσο ψεύτικο που προσβάλει ακόμη περισσότερο το μάτι. Όλα όσα ξέρουμε για τις απαρχές της Γεωργιανής ανεξαρτησίας και την εξωτερική της πολιτική διαψεύδουν a priori αυτή την εικόνα καθολικής ειρήνης που παρατήρησε ο Κάουτσκυ από το σιδηροδρομικό βαγόνι ανάμεσα στο Μπατούμι και την Τυφλίδα. Το αλληλένδετο της εσωτερικής με την εξωτερική πολιτική δεν μπορούσε παρά να εκδηλωθεί στη Γεωργία ακόμη πιο έντονα, αφού δημιουργήθηκε με τέτοιο τρόπο που τα χτεσινά εσωτερικά ζητήματα έγιναν οι εξωτερικές υποθέσεις του σήμερα. Επιπλέον, με τη δικαιολογία της επίλυσης εσωτερικών προβλημάτων, οι μενσεβίκοι κάλεσαν μέσα στη χώρα ξένες δυνάμεις, πρώτα γερμανικές και μετά βρετανικές, και εδώ επίσης μπορεί να υποθέσει κανείς a priori ότι ο ρόλος που έπαιξαν πρώτα ο στρατηγός Φον Κρες και ύστερα ο στρατηγός Γουώκερ στην εσωτερική ζωή της χώρας, κάθε άλλο παρά αμελητέος ήταν.
Καθώς σύμφωνα με τον Κάουτσκυ, του οποίου η κοινοτοπία μερικές φορές εντυπωσιάζει, οι στρατηγοί των Χοενζόλλερν στη Γεωργία εκπλήρωσαν το ρόλο των "οργανωτών των παραγωγικών δυνάμεων", χωρίς να αποπειραθούν να ανακατευτούν στον μηχανισμό της δημοκρατίας που δούλευε σα ρολόι, δε θα ήταν περιττό να θυμίσουμε την αυστηρή επίπληξη που απηύθυνε ο Φον Κρες σε σχέση με τη σύλληψη μιας ομάδας ευγενών των μαύρων εκατονταρχιών που είχαν αρχίσει να οργανώνουν συμμορίες για πογκρόμ. "Η κυβέρνηση", - ήταν το μάθημα που διάβασε ο Φον Κρες στο Ραμισβίλι - "δε μπορεί να θεωρήσει την πολιτική αυτής της ομάδας πολιτών αποσχιστική απλά επειδή στρέφεται ενάντια στο σημερινό καθεστώς. Στο βαθμό που η πολιτική αυτή δε στρέφεται ενάντια στην ίδια την ύπαρξη του κράτους, δε μπορεί να αντιμετωπιστεί σαν προδοσία." Απαντώντας σ' αυτό το κλασσικό μάθημα, ο Ραμισβίλι αναφέρει μεταξύ άλλων με σεβασμό: "Πρότεινα στους ηγέτες αυτού του συνδέσμου (γαιοκτημόνων), να υποβάλλουν τα σχέδια τους για τη βελτίωση της θέσης των πρώην ευγενών, πράγμα που γίνεται τώρα." Ποιον να πρωτοθαυμάσει κανείς εδώ: τον οργανωτή των παραγωγικών δυνάμεων Φον Κρες, ή το δημοκράτη Ραμισβίλι; Το ότι οι Βρετανοί αξιωματικοί ανακατευόντουσαν στην εσωτερική ζωή ακόμη πιο υπεροπτικά από τους Γερμανούς το έχουμε ήδη αναφέρει. Πάντως, αν εξαιρέσουμε τη στρατιωτική ευθύτητα και την υπερβολική ειλικρίνεια, οι παρεμβάσεις τόσο των Γερμανών όσο και των Βρετανών, στο σύνολό τους κινούνταν στα ίδια πλαίσια κοινωνικού και πολιτικού συντηρητισμού με την πολιτική των μενσεβίκων από την αρχή ακόμη της επανάστασης.
Το βασικό μάθημα που έβγαλε ο Τσερετέλι από την εμπειρία της Ρώσικης Επανάστασης ήταν ότι "Η ατολμία και η διστακτικότητα της δημοκρατίας στον αγώνα ενάντια στην αναρχία" κατάστρεψε τη δημοκρατία, την επανάσταση και τη χώρα, και σαν κύριος εμπνευστής της κυβέρνησης ζήτησε από το Υπερκαυκασιανό Σέιμ "να καταστήσει καθήκον της κυβέρνησης το να καταφύγει στα σκληρότερα μέτρα στον αγώνα ενάντια στις εκφάνσεις της αναρχίας" (18 Μαρτίου, 1918). Πριν ακόμη απ' αυτό, ο Ζορντάνια είχε πει στο Σέιμ (στις 15 Φεβρουαρίου): "Η αναρχία βρίσκεται σε άνοδο στη χώρα μας... η εργατική τάξη έχει μπολσεβίκικες διαθέσεις. Ακόμη και οι μενσεβίκοι εργάτες έχουν μολυνθεί από το μπολσεβικισμό."
Τα πρώτα εθνικά γεωργιανά συντάγματα ήταν εξίσου διαποτισμένα από αυτό το πνεύμα. Οι αποστρατευμένοι στρατιώτες διέδιδαν την επαναστατική μόλυνση στα χωριά. "Αυτό που συμβαίνει τώρα στα χωριά μας," λέει ο Ζορντάνια, "δεν είναι κάτι καινούριο. Το ίδιο πράγμα συνέβη σε όλες τις επαναστάσεις. Παντού οι αγροτικές μάζες στρεφόντουσαν ενάντια στη δημοκρατία. Είναι καιρός πια να βάλουμε τέλος στη βασιλεία των λαϊκίστικων αγροτικών αυταπατών του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Είναι καιρός να επιστρέψουμε στο Μαρξ και να διαφυλάξουμε την επανάσταση ενάντια στην αγροτική αντίδραση." Η αναφορά στο Μαρξ δεν κάνει τίποτε άλλο από το να προσθέτει και την απάτη πάνω στην ανοησία. Κατά την περίοδο στην οποία αναφερόμαστε, η αγροτιά της Υπερκαυκασίας ξεσηκώθηκε, όχι ενάντια στη δημοκρατική επανάσταση, αλλά ενάντια στην διστακτικότητα και καθυστέρησή της, ενάντια στη δειλία της, ειδικά στο αγροτικό ζήτημα. Μόνο μετά την πραγματική νίκη της αγροτικής-δημοκρατικής επανάστασης άνοιγε ο δρόμος για αντιδραστικά αγροτικά κινήματα στρεφόμενα ενάντια στα υλικά αιτήματα της πόλης, ενάντια στις σοσιαλιστικές τάσεις της οικονομικής πολιτικής και, τελικά, ενάντια στη δικτατορία του κόμματος της εργατικής τάξης. Ενώ στη διάρκεια των πρώτων σταδίων της επανάστασης ο κορμός των αγροτικών κινητοποιήσεων ήταν τα κατώτερα στρώματα του χωριού, τα πιο καταπιεσμένα και φτωχά στοιχεία, στη συνέχεια ο ηγετικός ρόλος στις κινητοποιήσεις πέρασε στα ανώτερα στρώματα του χωριού, στα πιο εύπορα και καταπιεστικά στοιχεία. Αλλά δεν υπάρχει λόγος να επιμείνουμε στο σημείο ότι οι Γεωργιανοί μενσεβίκοι, όπως και οι μενσεβίκοι που δεν είναι Γεωργιανοί, δεν καταλαβαίνουν γρυ από το επαναστατικό αλφάβητο του μαρξισμού. Μας αρκεί η παραδοχή του γεγονότος ότι οι αγροτικές μάζες, που αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού, δρούσαν με μπολσεβίκικο τρόπο ενάντια στη μενσεβίκικη "δημοκρατία". Πιστή στο πρόγραμμα που χάραξε το Σέιμ, η Γεωργιανή κυβέρνηση, στηριζόμενη στην υποστήριξη των μικροαστών δημοκρατών στις πόλεις και των ανώτερων στρωμάτων της εργατικής τάξης, που πολύ απείχε από το να είναι πολυάριθμη στο σύνολό της, διεξήγαγε έναν αμείλικτο αγώνα ενάντια στις εργαζόμενες μάζες που είχαν μολυνθεί από το μπολσεβικισμό.
Ολόκληρη η ιστορία της ανεξάρτητης Γεωργίας είναι μια ιστορία αγροτικών εξεγέρσεων. Ξέσπαγαν σε όλα χωρίς εξαίρεση τα μέρη της μικρής χώρας και συχνά διακρινόντουσαν από εξαιρετική επιμονή. Σε μερικές περιοχές το σοβιετικό καθεστώς παρέμενε επί μήνες. Οι εξεγέρσεις καταπνιγόντουσαν με στρατιωτικές εκστρατείες και αντιμετωπιζόντουσαν με στρατοδικεία, αποτελούμενα από αξιωματικούς και ευγενείς γαιοκτήμονες.
Η καλύτερη περιγραφή του τρόπου με τον οποίο η γεωργιανή κυβέρνηση αντιμετώπιζε τους επαναστάτες αγρότες δίνεται στην έκθεση των μενσεβίκων της Αμπχαζίας για τη δραστηριότητα των αποσπασμάτων του Μάζνιεφ στην Αμπχαζία:
"Αυτό το απόσπασμα, με τη βιαιότητά του και την απανθρωπιά του," διαβάζουμε στην έκθεση που δόθηκε στη γεωργιανή κυβέρνηση, "ξεπέρασε το διαβόητο τσαρικό στρατηγό Αλιχάνοφ. Έτσι, για παράδειγμα, οι Κοζάκοι του συντάγματος αυτού, εισέβαλλαν σε ειρηνικά χωριά της Αμπχαζίας, αρπάζοντας οτιδήποτε είχε αξία και βιάζοντας τις γυναίκες. Ένα άλλο τμήμα του αποσπάσματος, κάτω από την προσωπική επίβλεψη του πολίτη Τουχαρέλι, επιδιδόταν στο βομβαρδισμό των σπιτιών όσων ατόμων υποδεικνυόντουσαν από καταδότες. Ανάλογες πράξεις βίας διαπράχτηκαν στην περιοχή του Γκουντάουτ. Ο επικεφαλής του Γεωργιανού αποσπάσματος, υπολοχαγός Κουπούνι - πρώην λοχαγός της αστυνομίας στο Πότι - κακομεταχειρίστηκε όλο το συμβούλιο του χωριού Άζυ. Υποχρέωσε όλα τα μέλη του να ξαπλώσουν κάτω από τα πυρά πολυβόλων, και μετά άρχισε να περπατά πάνω στα σώματά τους, χτυπώντας τους με το πλάι του ξίφους του. Μετά διέταξε το συμβούλιο να συγκεντρωθεί όλο μαζί και, καλπάζοντας πάνω στο άλογό του με ταχύτητα, όρμησε μέσα στο πλήθος μοιράζοντας δεξιά και αριστερά χτυπήματα με το μαστίγιο του. Ο Αμπουχάβα και ο Τζουκούγια, πρώην μέλη του αμπχαζιανού εθνικού συμβουλίου, επειδή διαμαρτυρήθηκαν ενάντια σε αυτή τη βία, συνελήφθησαν και ρίχτηκαν μέσα σε ένα μπουντρούμι. Ο αναπληρωτής διοικητής της περιοχής του Γκουντάουτ, υπολοχαγός Γκριγκοριάντι, κατέφυγε σε μαστιγώματα επαρχιακών συμβουλίων και διόρισε διοικητές χωριών μισητούς στο λαό και επιλεγμένους προσωπικά απ' αυτόν ανάμεσα από τους πρώην τσαρικούς δημογέροντες..."
Δεν επιβεβαιώνει αυτό τη δήλωση του Κάουτσκυ ότι οι σχέσεις ανάμεσα στους μενσεβίκους και τους αγρότες ήταν πάντα "οι καλύτερες δυνατές ..."; Η καταπίεση στην Αμπχαζία οδήγησε όλα σχεδόν τα μέλη του μενσεβίκικου κόμματος στην Αμπχαζία να το εγκαταλείψουν (Τάρνοβα, Μπάζντα, Τσουκμπάρ, Ζίζμπα, Μπαρζύζ και Τζουκούγια).
Η συμπεριφορά του Τζουγκέλι στην κατάπνιξη της εξέγερσης στην Οσσετία δεν ήταν καλύτερη. Καθώς κάναμε καθήκον μας, για εκπαιδευτικούς λόγους, να περιγράψουμε την πολιτική των Γεωργιανών μενσεβίκων, όσο αυτό είναι δυνατό, με βάση δικές τους δηλώσεις και ντοκουμέντα, θα πρέπει να ξεπεράσουμε τις λογοτεχνικές μας αναστολές και να παραθέσουμε αποσπάσματα από ένα βιβλίο που δημοσίευσε ο επιφανής "ιπποτικός" μενσεβίκος ηγέτης, ο Βάλικο Τζουγκέλι, πρώην αρχηγός της εθνοφρουράς. Θα παραθέσουμε κάποια αποσπάσματα που ασχολούνται με τις πράξεις του Τζουγκέλι στην αγροτική εξέγερση της Οσσετίας.
Ο εχθρός παντού τρέχει να ξεφύγει, χωρίς να προτάσσει καμία σχεδόν αντίσταση. Αυτοί οι προδότες πρέπει να τιμωρηθούν αυστηρά.
Την ίδια μέρα κάνει την παρακάτω σημείωση στο ημερολόγιο του (το βιβλίο έχει εκδοθεί σε μορφή ημερολόγιου).
Η νύχτα έπεσε. Παντού φαίνονται φωτιές. Είναι τα σπίτια των εξεγερμένων που καίγονται. Αλλά το έχω ήδη συνηθίσει και μπορώ να βλέπω τη σκηνή σχεδόν ήρεμα.
Την επόμενη μέρα διαβάζουμε:
Χωριά της Οσσετίας καίγονται ολόγυρά μας... Για το συμφέρον της αγωνιζόμενης εργατικής τάξης, για το συμφέρον του μελλοντικού σοσιαλισμού, θα είμαστε αμείλικτοι. Ναι, θα είμαστε. Μπορώ να παρακολουθώ με γαλήνη στην ψυχή και καθαρή συνείδηση τη φωτιά και τον καπνό των σπιτιών που καίγονται.... Είμαι απόλυτα ήρεμος, πράγματι απόλυτα ήρεμος.
Το επόμενο πρωί ο Τζουγκέλι γράφει πάλι στο ημερολόγιό του:
Οι φωτιές μεγαλώνουν ... σπίτια καίγονται ... με φωτιά και ξίφος ...
Μετά από μερικές ώρες ξαναγράφει:
Και οι φλόγες ακόμη λάμπουν, λάμπουν ...
Το βράδυ της ίδιας μέρας γράφει:
Τώρα οι φλόγες είναι παντού ... Συνεχίζουν να καίνε. Δυσοίωνες φωτιές. Μακάβρια, βίαιη, απόκοσμη ομορφιά. ... Και κοιτάζοντας αυτές τις λαμπρές φλόγες να καίνε μες στη νύχτα, ένας παλιός σύντροφος μου είπε λυπημένα: Αρχίζω να καταλαβαίνω το Νέρωνα και τη μεγάλη φωτιά της Ρώμης.
"Και οι φωτιές καίνε, καίνε παντού". Αυτοί οι άσχημοι μανιερισμοί μας βοηθάνε πάντως να πειστούμε ακόμη περισσότερο ότι οι σχέσεις ανάμεσα στους Γεωργιανούς μενσεβίκους και τον αγρότη παρέμειναν ασάλευτα "οι καλύτερες δυνατές".
Μετά την εκκένωση της Ατζαρίας (της περιοχής του Μπατούμι) από τους Βρετανούς το 1920 η Γεωργιανή κυβέρνηση χρειάστηκε να την ανακαταλάβει με τη χρήση πυροβολικού. Με λίγα λόγια, ο Τζουγκέλι είχε συνεχείς ευκαιρίες να επιδείξει τους νερώνειους μανιερισμούς του σε όλες τις γωνίες της Γεωργίας.
Τον Ζορντάνια διαδέχτηκε στο πόστο του υπουργού εσωτερικών ο Ραμισβίλι. Πρόκειται για τον ίδιο Ραμισβίλι που είχε ασχοληθεί με τη βελτίωση της θέσης των πρώην ευγενών και που παρέθετε επίσης το Μαρξ για να δικαιολογήσει την τρομοκρατία των λευκοφρουρών ενάντια στην εξεγερμένη αγροτιά.
Μπορεί πάντως να πει κανείς με βεβαιότητα ότι παρά τη λευκή τρομοκρατία, που συμπληρωνόταν με χάρτινα λουλούδια ρητορικής, η μενσεβίκικη δικτατορία θα είχε σκουπιστεί από τη Γεωργία χωρίς να αφήσει ίχνος, από το γρήγορο ρεύμα του επαναστατικού κινήματος, αν δεν υπήρχε η παρουσία ξένων στρατευμάτων στη χώρα. Δεν ήταν ο Γερμανός Μαρξ που βοήθησε τους μενσεβίκους να σταθούν στη διάρκεια αυτής της περιόδου, αλλά ο Γερμανός Φον Κρες.[47]
Ιδιαίτερα ασυνάρτητη είναι η δήλωση του Κάουτσκυ για την "πλήρη ελευθερία δράσης" του γεωργιανού Κομουνιστικού Κόμματος. Θα ήταν αρκετό να πει ότι είχαν μία κάποια ελευθερία. Αλλά όπως ήδη ξέρουμε, όταν μιλάει για ουδετερότητα, είναι η αυστηρότερη, όταν μιλάει για ελευθερία είναι η πληρέστερη. Δε μιλάει απλά για καλές σχέσεις, αλλά για "τις καλύτερες δυνατές."
Είναι εντυπωσιακό πάνω απ' όλα, ότι ούτε ο Κάουτσκυ, ούτε ο Βαντερβέλντε, ούτε η ίδια η κα Σνόουντεν, ούτε οι ξένοι διπλωμάτες, ούτε οι δημοσιογράφοι του αστικού τύπου, ούτε οι πιστοί φύλακες της ελευθερίας - οι Times, ούτε η τόσο αμερόληπτη Le Temps, με μια λέξη κανείς από αυτούς που έδωσαν τις ευλογίες τους στους δημοκράτες της Γεωργίας παρατήρησαν ποτέ την παρουσία ... των Ειδικών Αποσπασμάτων. Κι όμως, αυτά υπήρχαν. Τα Ειδικά Αποσπάσματα, αν θέλετε, είναι η μενσεβίκικη Τσεκά[48]. Τα Ειδικά Αποσπάσματα άρπαζαν και φυλάκιζαν και εκτελούσαν όλους όσοι δρούσαν ενάντια στη μενσεβίκικη δημοκρατία. Το Ειδικό Απόσπασμα στις μεθόδους τρομοκρατίας που ασκούσε δε διέφερε σε τίποτα από την Έκτακτη Επιτροπή της Σοβιετικής Ρωσίας. Εκεί που διέφερε ήταν στο στόχο. Η Έκτακτη Επιτροπή προστάτευε τη σοσιαλιστική δικτατορία ενάντια στους πράκτορες του κεφαλαίου. Το Ειδικό Απόσπασμα προστάτευε το αστικό καθεστώς ενάντια στη μπολσεβίκικη "αναρχία". Αλλά γι' αυτόν ακριβώς το λόγο οι αξιοσέβαστοι άνθρωποι που καταράστηκαν την Τσεκά, δεν πρόσεξαν το γεωργιανό Ειδικό Απόσπασμα.
Οι Γεωργιανοί μπολσεβίκοι δε μπορούσαν παρά να το προσέξουν, γιατί υπήρχε κύρια για τον εξαναγκασμό τους. Είναι άραγε απαραίτητο να εξιστορήσουμε τα μαρτύρια των Γεωργιανών κομουνιστών; Συλλήψεις, απελάσεις, παράδοση στους λευκοφρουρούς, φυλακίσεις, απεργίες πείνας, εκτελέσεις. Χρειάζεται να απαριθμηθούν όλ' αυτά; Δεν αρκεί να υπενθυμίσουμε την έκθεση του Γκεγκετσκόρι προς τον Ντενίκιν; "Σε σχέση με το ζήτημα της στάσης μας απέναντι στους μπολσεβίκους, μπορώ να δηλώσω ότι ο αγώνας ενάντια στο μπολσεβικισμό είναι αμείλικτος από μέρους μας. Τσακίζουμε το μπολσεβικισμό με όλα τα διαθέσιμα μέσα ... και σ' αυτό τον τομέα έχουμε ήδη δώσει κάμποσες αποδείξεις που μιλούν από μόνες τους." Αυτό το απόσπασμα θα 'πρεπε να γραφτεί στο νυχτικό σκούφο του Κάουτσκυ αν δεν ήταν ήδη σκεπασμένος με ένα συνονθύλευμα προσβλητικών επιγραφών απ' όλες τις κατευθύνσεις. Όταν ο Γκεγκετσκόρι λέει "τσακίζουμε με κάθε μέσο", "τσακίζουμε αμείλικτα", ο Κάουτσκυ εξηγεί ότι αυτό σημαίνει "η πληρέστερη ελευθερία". Δεν θα ήταν καιρός να επιβληθεί μια ήπια και πραγματικά δημοκρατική κηδεμονία στον Κάουτσκυ;
Ήδη από τις 8 Φεβρουαρίου του 1918, όλες οι μπολσεβίκικες εφημερίδες κλείστηκαν. Εκείνη την εποχή ο μενσεβίκικος τύπος στη Σοβιετική Ρωσία συνέχιζε να κυκλοφορεί ανοιχτά. Στις 10 Φεβρουαρίου μια ειρηνική συγκέντρωση διαλύθηκε με πυροβολισμούς στους κήπους του Αλεξάνδρου στην Τυφλίδα, την ίδια μέρα που άνοιγε το Υπερκαυκασιανό Σέιμ. Στις 15 Φεβρουαρίου ο Ζορντάνια εξαπέλυε μύδρους στο Σέιμ ενάντια στις μπολσεβίκικες διαθέσεις των λαϊκών μαζών, περιλαμβάνοντας ακόμη και τους μενσεβίκους εργαζόμενους. Τελικά ο Τσερετέλι, που μαζί με τον Κερένσκυ είχε κατηγορήσει το κόμμα μας για εσχάτη προδοσία, παραπονέθηκε το Μάρτη στο Σέιμ για την εξαιρετική "ατολμία και διστακτικότητα" της κυβέρνησης Κερένσκυ μπροστά στους μπολσεβίκους. Τα γερμανικά στρατεύματα ήρθαν στη Γεωργία, όπως επίσης στη Φιλανδία, τις χώρες της Βαλτικής και την Ουκρανία, κυρίως ενάντια στους μπολσεβίκους. Απαντώντας σε ερώτηση του Αμερικάνου αντιπροσώπου σχετικά με τους μπολσεβίκους, ο Γεωργιανός διπλωματικός εκπρόσωπος Τοπουρίτζε απάντησε: "Τους έχουμε καταστείλει με επιτυχία. Αυτό είναι αυταπόδεικτο: Απ' όλες τις πρώην Ρωσικές κτήσεις, μόνο η Γεωργία έχει καθαριστεί από το μπολσεβικισμό". Όσον αφορά το μέλλον, ο Τοπουρίτζε δίνει μια εξίσου ξεκάθαρη απάντηση: "Με όλες τις δυνάμεις και όλα τα μέσα η δημοκρατία μας θα συνεργαστεί με τις δυνάμεις της Αντάντ ενάντια στους μπολσεβίκους."
Ο διοικητής των βρετανικών στρατευμάτων στην Υπερκαυκασία, στρατηγός Φόρεστερ Γουώκερ, στις 4 Ιανουαρίου 1919, εξήγησε στο Ζορντάνια, τόσο προφορικά όσο και γραπτά, ότι ο εχθρός της Αντάντ στον Καύκασο είναι "ο μπολσεβικισμός, τον οποίο οι μεγάλες δυνάμεις είναι αποφασισμένες να καταστρέφουν, όπου και όποτε εμφανίζεται". Αναφερόμενος σε αυτό, μετά από ένα δεκαπενθήμερο, ο Ζορντάνια δήλωσε στο Βρετανό στρατηγό Μίλνε: "Ο στρατηγός Γουώκερ ... αποδείχτηκε ο πρώτος άνθρωπος που καταλαβαίνει την κατάσταση στη χώρα μας." Ο ίδιος ο στρατηγός Μίλνε συνόψισε τη συμφωνία του με το Ζορντάνια με τον ακόλουθο τρόπο: "Εσείς και 'μείς έχουμε κοινούς εχθρούς - είναι οι Γερμανοί και οι μπολσεβίκοι." Φυσικά ο συνδυασμός όλων αυτών δημιουργούσε τις ιδανικότερες συνθήκες για "την πιο πλήρη ελευθερία δράσης" των μπολσεβίκων.
Στις 18 Φεβρουαρίου, ο στρατηγός Γουώκερ δίνει την ακόλουθη διαταγή, υπ. αριθ. 99/6, στη γεωργιανή κυβέρνηση: "Όλοι οι μπολσεβίκοι που εισέρχονται στη Γεωργία θα πρέπει να φυλακίζονται μόνο στο Μσχετ (τη φυλακή της Τυφλίδας) και να φυλάσσονται από ισχυρή φρουρά". Οι μπολσεβίκοι στους οποίους αναφέρεται ζητούσαν να ξεφύγουν από τον Ντενίκιν. Ήδη όμως, στις 25 Φεβρουαρίου, με τη διαταγή 99/9, ο Γουώκερ γράφει: Μετά τη συζήτηση που είχα με την εξοχότητά του τον κ. Ζορντάνια, έφτασα στο συμπέρασμα ότι θα είναι απαραίτητο στο μέλλον να εμποδιστεί η είσοδος μπολσεβίκων από τον κεντρικό δρόμο." Η φυλάκιση των μπολσεβίκων προσφύγων στο Μσχετ τουλάχιστον προστάτευε τη ζωή τους για ένα διάστημα. Ο Γουώκερ είχε "φτάσει στο συμπέρασμα" ότι ήταν καλύτερο να τους κλείσουν το δρόμο της διαφυγής, ξαναρίχνοντάς τους έτσι στα χέρια των εκτελεστών του Ντενίκιν. Αν ο Άρθουρ Χέντερσον μπορεί να ξεκλέψει κάποιες στιγμές από την επίμοχθη εργασία του να εκθέτει τις βιαιοπραγίες της σοβιετικής κυβέρνησης και από τις λειτουργίες της αδελφότητάς του, θα ήταν καλό να έχει μια ανταλλαγή απόψεων με το Φόρεστερ Γουώκερ πάνω σ' αυτό το ζήτημα.
Το ζήτημα δεν περιορίστηκε σε συζητήσεις και αλληλογραφία ανάμεσα στις εξοχότητές τους. Ήδη από τις 8 Απριλίου, κατά διαταγή του συνταγματάρχη Τσερετέλι, 42 άτομα, μεταξύ των οποίων κομισάριοι των σοβιέτ της δημοκρατίας του Τερέκ, οι γυναίκες και τα παιδιά τους, κόκκινοι στρατιώτες και άλλοι πρόσφυγες, κρατήθηκαν από τους Γεωργιανούς φρουρούς στο φρούριο του Νταρυάλ και αφού υποβλήθηκαν σε προσβολές, επιθέσεις και χτυπήματα, οδηγήθηκαν πίσω στα εδάφη που έλεγχε ο Ντενίκιν. Ο Ζορντάνια προσπάθησε κατόπιν εορτής να ρίξει την ευθύνη γι' αυτό το αθώο γεγονός στο συνταγματάρχη Τσερετέλι. Όμως ο τελευταίος δεν έκανε τίποτα άλλο από το να εφαρμόσει τη μυστική συμφωνία ανάμεσα στο Ζορντάνια και το Γουώκερ. Είναι γεγονός ότι η διαταγή 99/9 δεν αναφέρει χτυπήματα με τον υποκόπανο και με στειλιάρια στο στήθος και το κεφάλι, αλλά με ποιόν άλλο τρόπο θα μπορούσε κανείς να διώξει ανθρώπους εξαντλημένους και πανικόβλητους, τρελαμένους από την απελπισία, που ζητούν καταφύγιο από σίγουρο θάνατο; Ο συνταγματάρχης Τσερετέλι είχε χωρίς αμφιβολία μάθει το μάθημα που του δίδαξε ο πιο επιφανής συνονόματός του, ότι η "ατολμία και διστακτικότητα της δημοκρατίας" στη μάχη με το μπολσεβικισμό μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή το κράτος και το έθνος.
Έτσι από την αρχή κιόλας ο ορκισμένος πόλεμος ενάντια στον κομουνισμό είχε αποτελέσει το θεμέλιο της Γεωργιανής Δημοκρατίας. Οι κομματικοί ηγέτες και τα μέλη της κυβέρνησης είχαν κάνει την "αμείλικτη κατάπνιξη του μπολσεβικισμού" ακρογωνιαίο λίθο του προγράμματός τους. Σ' αυτό το καθήκον υποτάχθηκαν τα σπουδαιότερα όργανα του κράτους: το Ειδικό Απόσπασμα, η Εθνοφρουρά και η Πολιτοφυλακή. Οι Γερμανοί, και μετά απ' αυτούς οι Βρετανοί αξιωματικοί - οι πραγματικοί κυρίαρχοι της Γεωργίας εκείνη την περίοδο - συμφωνούσαν απόλυτα μ' αυτό το τμήμα του σοσιαλδημοκρατικού προγράμματος. Κομουνιστικές εφημερίδες υποχρεώθηκαν με τη βία να κλείσουν, συγκεντρώσεις διαλύθηκαν με πυροβολισμούς, επαναστατημένα χωριά στα οποία ηγούνταν μπολσεβίκοι πυρπολήθηκαν. Το Ειδικό Απόσπασμα έκανε μαζικές εκτελέσεις ηγετών. Το Μσχετ είχε γεμίσει με φυλακισμένους κομουνιστές, μπολσεβίκοι πρόσφυγες παραδινόντουσαν στον Ντενίκιν. Στη διάρκεια ενός μήνα, του Οχτώβρη του 1919, πάνω από 30 μπολσεβίκοι τουφεκίστηκαν στη Γεωργία σύμφωνα με δήλωση του τότε υπουργού εσωτερικών. Από κάθε άλλη άποψη, μαθαίνουμε από τα χείλη του ευλαβούς Κάουτσκυ, το Κομουνιστικό Κόμμα στη Γεωργία απολάμβανε "την πιο πλήρη ελευθερία δράσης".
Είναι αλήθεια ότι, τον καιρό της επίσκεψης του Κάουτσκυ στην Τυφλίδα, οι Γεωργιανοί κομουνιστές είχαν νόμιμο τύπο, και απολάμβαναν ένα είδος ελευθερίας δράσης, που βέβαια σε καμιά περίπτωση δε θα μπορούσε να ονομαστεί "η πιο πλήρης". Αλλά εδώ πρέπει να προστεθεί ότι αυτό το προσωρινό καθεστώς εγκαθιδρύθηκε αφού είχαμε νικήσει τον Ντενίκιν και σαν αποτέλεσμα του σοβιετικού τελεσιγράφου που οδήγησε στη σύναψη της συνθήκης ειρήνης ανάμεσα στη Σοβιετική Ρωσία και τη Γεωργία στις 3 Μαΐου 1920. Ολόκληρη την περίοδο μεταξύ του Φλεβάρη 1918 και του Ιούνη 1920, το Κομουνιστικό Κόμμα της Γεωργίας ήταν υποχρεωμένο να δρα στην παρανομία.
Αυτό σημαίνει ότι τα σοβιέτ το 1920 επενέβησαν στα εσωτερικά μίας "δημοκρατίας", και μάλιστα "ουδέτερης"; Αλίμονο, αυτό δε μπορούμε να το αρνηθούμε! Ο στρατηγός Φον Κρες απαίτησε να δοθεί στους Γεωργιανούς ευγενείς η ελευθερία αντεπαναστατικής δράσης. Ο στρατηγός Γουώκερ απαίτησε οι κομουνιστές να φυλακιστούν στο Μσχετ ή να χτυπηθούν με υποκόπανους και να δοθούν πίσω στον Ντενίκιν. Εμείς απ' τη μεριά μας, τσακίσαμε τον Ντενίκιν, πλησιάσαμε τα σύνορα της Γεωργίας και απαιτήσαμε να δοθεί ελευθερία δράσης στους κομουνιστές στο βαθμό που η δράση τους δεν προσανατολιζόταν προς ένοπλη εξέγερση.
Ζούμε σε έναν κάθε άλλο παρά τέλειο κόσμο, κ. Χέντερσον! Η κυβέρνηση της Γεωργίας βρέθηκε υποχρεωμένη να δεχτεί την απαίτησή μας και, σύμφωνα με την επίσημη δήλωσή της, απελευθέρωσε αμέσως από τις φυλακές της πάνω από 900 μπολσεβίκους[49].
Δεν είναι βέβαια ιδιαίτερα εντυπωσιακός αριθμός. Όμως πρέπει κανείς να πάρει υπόψη του το συνολικό αριθμό του πληθυσμού. Αν για λόγους δικαιοσύνης - Ω, ναι κυρία Σνόουντεν, ακόμη και οι δικές μας καρδιές δεν είναι κουφές στη δικαιοσύνη - εφήρμοζε κανείς τη γεωργιανή αναλογία (900 φυλακισμένοι σε συνολικό πληθυσμό 2,5 εκατομμυρίων) στη Σοβιετική Ομοσπονδία, θα σήμαινε ότι έχουμε δικαίωμα να βάλουμε στις φυλακές της Σοβιετικής Ομοσπονδίας γύρω στις 45.000 μενσεβίκους. Πιστεύω ότι στις πιο οξείες και κρίσιμες στιγμές της επανάστασης, που συνοδευόντουσαν πάντα από ένταση των εχθρικών δραστηριοτήτων από μεριάς των μενσεβίκων, ποτέ δε φτάσαμε έστω και το ένα δέκατο αυτού του εντυπωσιακού αριθμού. Και καθώς σε όλο το σοβιετικό έδαφος δε θα μπορούσε κανείς να βρει 45.000 μενσεβίκους, μπορούμε με ασφάλεια να εγγυηθούμε ότι η πρακτική μας ποτέ δε θα ξεπεράσει το βαθμό καταπίεσης που καθιερώθηκε από το Ζορντάνια και τον Τσερετέλι και πήρε την έγκριση των φωστήρων της Δεύτερης Διεθνούς.
Το Μάιο λοιπόν, με μεθόδους εμφυλίου πολέμου, υποχρεώσαμε τη γεωργιανή κυβέρνηση να νομιμοποιήσει το Κομουνιστικό Κόμμα. Αυτοί που είχαν εκτελεστεί δε μπορούσαν βέβαια να αναστηθούν, αλλά οι φυλακισμένοι ελευθερώθηκαν. Αν η δημοκρατία έγινε λίγο πιο δημοκρατική, αυτό έγινε όπως είδαμε μόνο κάτω από τη γροθιά της προλεταριακής δικτατορίας. "Η επαναστατική γροθιά σα δημοκρατικό όπλο" - να ένα περίφημο θέμα για ένα κυριακάτικο κήρυγμα, κ. Χέντερσον.
Μήπως αυτό σημαίνει ότι η γεωργιανή πολιτική μετά τα μέσα του 1920 έκανε μία καινούρια αρχή, με την έννοια της προσέγγισης με τους μπολσεβίκους; Ούτε στο ελάχιστο. Η μενσεβίκικη κυβέρνηση πέρασε μία περίοδο μεγάλου φόβου την άνοιξη του 1920 και υποχώρησε. Αλλά όταν βεβαιώθηκε, όχι χωρίς έκπληξη, ότι η υψωμένη γροθιά δεν επρόκειτο να πέσει στο κεφάλι της, έφτασε στο συμπέρασμα ότι είχε υπερτιμήσει τον κίνδυνο, και άρχισε να υπαναχωρεί εφ' όλης της ύλης.
Πρώτ' απ' όλα τα κατασταλτικά μέσα ενάντια στους κομουνιστές ανανεώθηκαν. Ο διπλωματικός μας αντιπρόσωπος, με μια σειρά επιστολές που είναι εξαιρετικά κουραστικές και μονότονες στην ανάγνωση, διαμαρτυρήθηκε ενάντια στο κλείσιμο των εφημερίδων, τις συλλήψεις και αρπαγές κομματικής περιουσίας κλπ. Αλλά αυτές οι διαμαρτυρίες δεν είχαν αποτέλεσμα. Η γεωργιανή κυβέρνηση είχε τώρα γίνει εξαιρετικά επίμονη, συνεργαζόταν με τον Βράγγελ, στήριζε τις ελπίδες της στην Πολωνία, και έτσι έφερνε πιο κοντά το τέλος της...
Για να συνοψίσουμε: πού διέφερε η μενσεβίκικη "δημοκρατία" από τη μπολσεβίκικη δικτατορία; Πρώτον, το μενσεβίκικο τρομοκρατικό καθεστώς, ενώ αντέγραφε πολλές από τις μεθόδους των μπολσεβίκων, στόχευε στη διατήρηση του θεσμού της ατομικής ιδιοκτησίας και τη συμμαχία με τον ιμπεριαλισμό. Η σοβιετική δικτατορία ήταν και παραμένει ο οργανωμένος αγώνας για τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση της κοινωνίας σε συμμαχία με το επαναστατικό προλεταριάτο. Δεύτερον, η σοβιετική δικτατορία των μπολσεβίκων αντλεί τη δικαίωσή της από την ιστορική της αποστολή και της συνθήκες της δημιουργίας της, και γι' αυτό δρα ανοιχτά. Ενώ το μενσεβίκικο καθεστώς με την τρομοκρατία και τη δημοκρατία του, είναι ο ανόσιος καρπός του γάμου της σκληρότητας με την υποκρισία.
[47] Δε θα απαριθμήσουμε εδώ όλες τις αγροτικές εξεγέρσεις που έγιναν στη Γεωργία. Μια σύντομη περίληψη του κινήματος δίνεται σ' ένα άρθρο του συντρόφου Μίσα Τσακάγια (Κομουνιστική Διεθνής, Νο 18, σελ. 571) (Λ.Τ.)
[48] Τσεκά: Η "Παν-ρωσική Έκτακτη Επιτροπή", γνωστή σαν Τσεκά από τα αρχικά της, συστάθηκε το 1917 με σκοπό να καταπολεμήσει τις αντεπαναστατικές συνομωσίες. Το 1918, μετά την απόπειρα κατά του Λένιν, εντάθηκαν κατά πολύ οι δραστηριότητές της. Επικεφαλής της ήταν ο Φ. Σ. Τζερζίνσκυ. Εξέλιξή της αποτέλεσαν η Γκε Πε Ου και η Κα Γκε Μπε. (σ.τ.μ.)
[49] Επιστολή του Γεωργιανού Υπουργού Εξωτερικών, 30 Ιουνίου 1920. Νο. 5171. (Λ.Τ.)